Το WordReference δεν έχει τη δυνατότητα να μεταφράσει αυτή τη φράση, μπορείτε όμως να κάνετε κλικ σε κάθε λέξη για να δείτε τη σημασία της:

winged elm


Η φράση που αναζητήσατε δεν βρέθηκε.
Η εγγραφή για τον όρο winged παρατίθεται στη συνέχεια.

Δείτε επίσης: elm
  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
Σε αυτή τη σελίδα: winged, wing

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
winged adj (having wings)φτερωτός επίθ
 Winged ants are called alates.
winged adj (having projections)που έχει προεξοχές περίφρ
  (μεταφορικά)που έχει φτερά περίφρ
  (μεταφορικά: γυαλιά)πεταλούδα ουσ ως επίθ
 Your new winged glasses are very stylish.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
wing n (of bird)φτερό ουσ ουδ
  φτερούγα ουσ θηλ
 The bird flapped its wings and rose into the sky.
 Το πουλί κούνησε τα φτερά του και πέταξε στον ουρανό.
wing n (of airplane)φτερό ουσ ουδ
 Mark looked out of the window and saw the plane's wing.
 Ο Μαρκ κοίταξε έξω από το παράθυρο και είδε το φτερό του αεροπλάνου.
wing n (of building)πτέρυγα ουσ θηλ
 The north wing of the building gets cold in the winter.
 Η βόρεια πτέρυγα του κτιρίου είναι παγωμένη τον χειμώνα.
wing n (sports: place)wing ουσ ουδ άκλ
 The player came in from the wing and performed a successful tackle.
wing n (sports: player)εξτρέμ ουσ αρσ/θηλ άκλ
 The midfielder passed the ball to the wing.
 Ο μέσος έδωσε πάσα στο εξτρέμ.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
wing n (as food)φτερούγα ουσ θηλ
  (σπάνιο)φτερό ουσ ουδ
 Linda was carving the chicken and asked Oliver if he'd prefer a leg or a wing.
wings npl (area just off stage)παρασκήνιο ουσ ουδ
 The actors gathered in the wings before the start of the first act.
wings npl (sanitary pad: side flaps)φτερά ουσ ουδ πλ
 This brand of sanitary towel is available with or without wings.
wing [sth] vtr slang (throw)πετάω, πετώ ρ μ
 Joe winged the ball to Wendy.
wing [sth/sb] vtr (injure in arm or wing)τραυματίζω ρ μ
  χτυπάω, χτυπώ ρ μ
  (καθομιλουμένη)πετυχαίνω, βρίσκω ρ μ
  (κατά λέξη)τραυματίζω στο μπράτσο ή το φτερό
 The bullet winged the bird, but didn't kill it.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
winged | wing
ΑγγλικάΕλληνικά
green-winged teal n (freshwater duck)αγριόπαπια ουσ θηλ
red-winged blackbird n (variety of bird) (ζωολογία: ωδικό πουλί Βόρειας Αμερικής)αγελαίος ουσ αρσ
Σχόλιο: Πρόκειται για το είδος «Agelaius phoeniceus». Έχει μαύρο φτέρωμα με κόκκινες πιτσιλιές στο ύψος των ώμων.
 Down by the pond you can hear red-winged blackbirds singing in the reeds.
winged altarpiece n (decorative panel in a Christian church)πτερωτό εικονοστάσιο, πτερωτό τέμπλο επίθ + ουσ ουδ
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση winged elm στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «winged elm».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!